
Στοιχεία για την «μαρτυροπλούτιστο» και «μαρτυροφύλακτο» Θεσσαλονίκη

Το μαρτύριο της Αγίας Ανυσίας.
Συμεών Α. Πασχαλίδης: Οι θεσσαλονικείς Μάρτυρες των ρωμαϊκών χρόνων και η επιβίωση της μνήμης τους κατά τη βυζαντινή περίοδο (απόσπασμα)*
Η περίοδος των διωγμών στη Θεσσαλονίκη αποτελεί ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον τμήμα της τοπικής Εκκλησίας κατά τη ρωμαϊκή περίοδο της ιστορίας της πόλεως, το οποίο έχει αποσπασματικά και κατά περίπτωση μελετηθεί από Έλληνες και ξένους ειδικούς επιστήμονες, τόσο κατά το παρελθόν όσο και πρόσφατα.
Γενική, ωστόσο, διαπίστωση αποτελεί το γεγονός ότι η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από την περιοδική έξαρση των συλλήψεων Θεσσαλονικέων χριστιανών και τον μαρτυρικό θάνατο των περισσοτέρων εξ αυτών.
Αποκορύφωμα αυτής της επώδυνης για την Εκκλησία της Θεσσαλονίκης περιόδου που κυριολεκτικά την «πορφύρωσε», απετέλεσε ο λεγόμενος «μεγάλος διωγμός» του Διοκλητιανού, το τέταρτο έδικτο [διάταγμα] του οποίου – θυσία στα είδωλα και βρώση ιεροθύτων – επιβεβαιώνεται, με βάση τις υπάρχουσες πηγές, στη Θεσσαλονίκη τον Φεβρουάριο του 304.
Παρά το γεγονός, ωστόσο, ότι στις βυζαντινές αγιολογικές πηγές η Θεσσαλονίκη χαρακτηρίζεται ως «μαρτυροπλούτιστος» και «μαρτυροφύλακτος» και ότι σε ένα από τα βυζαντινά εγκώμια της πόλεως προστίθεται ότι, «ο δε τούτων μείζόν εστι… μάλιστ᾽ αν την πόλιν αυχήσαι μαρτύρων γαρ και οσίων τροφός ουκ ολίγων εδείχθη», στη λειτουργική μνήμη της τοπικής Εκκλησίας διασώθηκαν ελάχιστα ονόματα μαρτύρων της, προεξάρχοντος ασφαλώς του κηδεμόνος και αθλοφόρου της αγίου Δημητρίου – η περίπτωση του οποίου δεν θα αποτελέσει αντικείμενο της παρούσας μελέτης, αφού έχει απασχολήσει πολλούς ερευνητές κατά το παρελθόν -, ενώ ελαχιστότερα είναι τα διασωθέντα αγιολογικά κείμενα γι’ αυτούς.
Αναφέρουμε ενδεικτικά ότι, εάν εξαιρέσουμε τη Δημήτρειο γραμματεία, που υπερκάλυψε ποσοτικά τη βυζαντινή αγιολογική παραγωγή για Θεσσαλονικείς Αγίους στο σύνολό της, και τις σποραδικές συναξαριακές καταγραφές στις μεγάλες Συναξαριακές και Μηνολογιακές συλλογές της μεσοβυζαντινής περιόδου, η μαρτυρική γραμματεία της Θεσσαλονίκης αριθμεί μόλις οκτώ κείμενα, εκ των οποίων τα δύο μας παραδίδονται σήμερα μόνο σε μεταφράσεις τους στη λατινική -το Μαρτύριο της αγίας Ματρώνας- και τη γεωργιανή γλώσσα -το Μαρτύριο των Αιγυπτίων μαρτύρων Παύλου, Βήλωνος, Θέωνος, Ήρωνος και των συν αυτοίς.
Η παράδοση ενός τόσο μικρού αριθμού Μαρτυρίων, σε σύγκριση με τον μεγάλο αριθμό των Χριστιανών μαρτύρων της πόλης, περισσότερων από πενήντα, θα πρέπει να αναζητηθεί αφενός «στο γεγονός ότι η Θεσσαλονίκη ανήκε μέχρι τον 8ο αι. στην Εκκλησία της Ρώμης», όπως έχει επισημανθεί, αφετέρου δε σε μία σημαντική μαρτυρία που παρέχει στις αρχές του 7ου αι. ο συγγραφέας του Πρώτου Βιβλίου των θαυμάτων του αγίου Δημητρίου αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ιωάννης Α’, ο οποίος επισημαίνει στο Ε’ Θαύμα «Περί της αιτήσεως των λειψάνων του μάρτυρος» από τους απεσταλμένους του αυτοκράτορος Μαυρικίου ότι:
«επειδή γαρ φιλομάρτυρες ακριβείς τε και ασφαλέστατοι αεί μεν, μάλιστα δε κατά τον της ειδωλομανίας καιρόν την θεοφιλή ταύτην Θεσσαλονίκην οικούντες χριστιανοί καθεστήκεσαν, και δέει του μη τα τίμια σώματα των μαρτυρούντων αγίων τοις των ειδωλολατρών προδούναι θυμοίς, εχεμύθως ταύτα και μυστηριωδώς εν γη κατετίθεσαν, ως μηδέ μέχρι νυν τηλαυγώς μηδενός των εν αυτή μαρτυρησάντων τας αγιοδόχους θήκας γνωσθήναι όποι τυγχάνοιεν αποκείμεναι, πλην της σεμνοτάτης και παναγίας παρθένου Ματρώνης».
[Επειδή οι Χριστιανοί που κατοικούν στη θεοφιλή τούτη πόλι της Θεσσαλονίκης ήσαν ευλαβείς και σωστοί φιλομάρτυρες, πάντοτε μεν, μάλιστα δε κατά τον καιρό της ειδωλολατρείας, από φόβο, μήπως προδώσουν τα τίμια σώματα των αγίων μαρτύρων στην οργή των ειδωλολατρών, τα κατέθεταν κρυφά και μυστηριωδώς στη γη, ώστε να μη έχη γνωσθή ούτε έως τώρα σαφώς που ευρίσκονται οι αγιοδόχοι τάφοι των μαρτυρησάντων σ’ αυτήν, πλην της αγίας παρθένου Ματρώνας].**
Ο ίδιος θα προσθέσει στη συνέχεια ότι ο αρχιεπίσκοπος Ευσέβιος, σε επιστολή του προς τον αυτοκράτορα, σημείωνε:
«Ουχ ούτως, ω βασιλεύ, της θεοφιλούς Θεσσαλονίκης τα θρέμματα, καθάπερ αμέλει καν ταις άλλαις χώραις, ειώθασι των μαρτυρούντων αγίων αναφανδόν τιθέναι τα σώματα, ως αν αισθητώς και συνεχώς τη θέα τούτων και τη αφή προς ευσέβειαν τας ψυχάς διεγείρωσιν … τα δε των μαρτύρων λείψανα κατακρύψαι δειν ψήθησαν, ούτως ως μηδενί των πάντων τον τόπον γινώσκεσθαι, πλην εκείνων αυτών των της αγίων κοινωνησάντων ταφής».
[«Βασιλεύ της θεοφιλούς Θεσσαλονίκης οι κάτοικοι δεν συνηθίζουν, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες, να εκθετουν φανερά τα σώματα των αγίων μαρτύρων, για να διεγείρουν τις ψυχές προς την ευσέβεια με την θέα και την αφή τούτων αισθητώς και συνεχώς. Αντιθέτως, έχοντας την πίστι εγκαθιδρυμένη νοερώς στις καρδιές των και από υπερβολική ευλάβεια αποφεύγοντας την αισθητή θέα των σωμάτων αυτών, εθεώρησαν αρκετή την ειλικρίνεια της πίστεως για την θεαρέσκεια, τα δε λείψανα των μαρτύρων ενόμισαν ότι έπρεπε να τα κατακρύψουν με τρόπο ώστε ο τόπος να μη είναι γνωστός σε κανένα, πλην εκείνων μόνο που έκαμαν την ταφή].
Το οξύμωρο της περιπτώσεως έγκειται στο γεγονός ότι η Θεσσαλονίκη χαρακτηρίζεται όχι μόνον από τις αγιολογικές πηγές ως «μαρτυροπλούτιστη», αλλά και από τη νεότερη έρευνα ως η πόλη στην οποία «παραδίδεται ο μεγαλύτερος αριθμός μαρτύρων τους πρώτους αιώνες της εξάπλωσης του Χριστιανισμού».
Τη διαπίστωση αυτή έρχεται να επιβεβαιώσει η μαρτυρία των αρχαίων δυτικών και ανατολικών Μαρτυρολογίων, κύριων πηγών της έρευνας περί της τιμής των αγίων μιας τοπικής Εκκλησίας κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, οι οποίες, ωστόσο, έως πρόσφατα είχαν προσελκύσει με αποσπασματικό τρόπο το ενδιαφέρον ιδίως των Ελλήνων μελετητών και δεν είχαν τύχει μιας συστηματικής διερεύνησης, πιθανότατα λόγω του δυσπροσπέλαστου της γλώσσας τους, αφού παραδίδονται στη λατινική και στη συριακή γλώσσα.
Στην ανάρτησή μας στην ιστοσελίδα δεν δημοσιεύονται οι επιστημονικές παραπομπές του συγγραφέα του άρθρου.
* Από τον συλλογικό τόμο η «Θεσσαλονίκη των Μαρτύρων και η Αγία Ματρώνα (Santa Matr;ona)» το οποίο αποτελεί πρακτικά διεθνούς συμποσίου το οποίο εκδόθηκε πρόσφατα από το Κέντρο Ιστορίας του δήμου Θεσσαλονίκης και του εκδοτικού οίκου Κ.&Μ. Σταμούλη.
** Οι μεταφράσεις των κειμένων δεν υπάρχουν στον τόμο. Τις μεταφέρουμε από το βιβλίο του Π.Κ. Χρήστου, η «Γραμματεία των Δημητρείων Α’. Διηγήσεις περί των θαυμάτων του αγίου Δημητρίου», του Κέντρου Αγιολογικών Μελετών, έκδοση Ιεράς Μονής Αγίας Θεοδώρας.
Επιμέλεια: Στ.Κ.
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.