
Το αποτέλεσμα του κηρύγματος του Αποστόλου Παύλου στη Θεσσαλονίκη

Απόστολος Παύλος. (Μανουήλ Πανσέληνος, Πρωτάτον Καρυές Αγίου Όρους).
Του Παναγιώτη Χρήστου
Απόσπασμα από το κεφάλαιο «Παύλος, Απόστολος, ιδρυτής της Εκκλησίας της Θεσσαλονίκης» του «Αγιολογίου της Θεσσαλονίκης», τόμος β’, του Κέντρου Αγιολογικών Μελετών της Ιεράς Μητρόπολης Θεσσαλονίκης. Έκδοση Ιεράς Μονής Αγίας Θεοδώρας Θεσσαλονίκης.
Αυτή την πόλη [τη Θεσσαλονίκη] επισκέφθηκε ο Παύλος και “κατά το ειωθός” πήγε στη Συναγωγή μαζί με τους συνοδούς του “και επί σάββατα τρία διελέγετο αυτοίς από των Γραφών, διανοίγων και παρατιθέμενος ότι τον Χριστόν έδει παθείν και αναστήναι εκ νεκρών και ότι ούτός εστι ο Χριστός ο Ιησούς, ον εγώ καταγγέλλω υμίν” (Πρ. 17, 2-3).
Τούτο, βεβαίως, δε σημαίνει ότι η παραμονή του στη Θεσσαλονίκη ήταν μόνο τρεις εβδομάδες.
Το κήρυγμά του ήταν κατά τέτοιο τρόπο προσαρμοσμένο προς το ακροατήριό του ώστε να προκαλέσει ζωηρό το ενδιαφέρον τόσο των Ιουδαίων όσο και των προσηλύτων Ελλήνων.
Η πειστικότητά του, η δύναμη του λόγου του και η δεξιοτεχνία του είχαν ασκήσει άμεση επίδραση στις ψυχές του ακροατηρίου. Αρχικά κήρυξε το Ευαγγέλιο ενώπιον των Ιουδαίων χωρίς να έχει ικανοποιητικά αποτελέσματα, αφού, κατά τις Πράξεις, μόνον ένας μικρός αριθμός Ιουδαίων το αποδέχθηκε.
Αυτό ανάγκασε τον Παύλο να στραφεί στη συνέχεια προς τους “προσηλύτους” ή “σεβομένους” Έλληνες-Εθνικούς, προς τους οποίους το κήρυγμά του είχε καλύτερη απήχηση, γιατί, κατά τις Πράξεις (17, 4), “των οιδομένων Ελλήνων πολύ πλήθος γυναικών τε των πρώτων ουκ ολίγαι” επίστευσαν και αποτέλεσαν τον πυρήνα της χριστιανικής Εκκλησίας της Θεσσαλονίκης.
Έτσι την πρώτη Εκκλησία της Θεσσαλονίκης αποτέλεσαν αρχικά μερικοί μεν Ιουδαίοι, περισσότεροι δε από τους “Δεδομένους” Έλληνες και κυρίως πολλές γυναίκες της ανώτερης κοινωνικής τάξεως της πόλεως “γυναικών τε των πρώτων ουκ ολίγαι” (Πρ. 17, 4).
Βέβαια δεν ήταν μόνο γυναίκες, αλλά και άνδρες Έλληνες που είχαν προηγουμένως προσηλυτισθεί στον Ιουδαϊσμό, και τώρα αποδέχθηκαν το κήρυγμα του Παύλου, πίστεψαν και έγιναν χριστιανοί.
Η παράδοση διέσωσε μεταξύ των πρώτων χριστιανών της Θεσσαλονίκης μερικά ονόματα όπως ο Ιάσων, ο Αρίσταρχος, ο Σεκούνδος, ο Γάιος, Θεσσαλονικείς συνεργάτες του Παύλου (Πρ. 19, 29. 20, 4. 27, 2).
Το κήρυγμα του Παύλου στη Θεσσαλονίκη δεν ήταν χωρίς δυσκολίες και αντιδράσεις. Όπως συνέβη στους Φιλίππους, όπου κατηγορήθηκαν ο Παύλος και οι συνοδοί του ενώπιον του Δήμου και των στρατηγών (Πρ. 16, 19-20) ως ταραχοποιοί και ως διδάσκοντες θεωρίες που αντιβαίνουν στα ρωμαϊκά ήθη (Πρ. 16, 21), έτσι και τώρα στη Θεσσαλονίκη η επιτυχία του κηρύγματος του Παύλου ενόχλησε τους Ιουδαίους που δεν πίστεψαν, γιατί έβλεπαν, ότι σημαντικός αριθμός Θεσσαλονικέων Ιουδαίων προσχωρούσε στη νέα θρησκεία και γίνονταν χριστιανοί και γι’ αυτό έπρεπε να αντιδράσουν με κάθε τρόπο.
Ο πιο αποτελεσματικός τρόπος ήταν να εξουδετερώσουν τον Παύλο και τους συνοδούς του χρησιμοποιώντας τη βαρύτερη κατηγορία. Επιχείρησαν δηλαδή να τους εμφανίσουν ότι στρέφονται εναντίον των ρωμαϊκών αρχών και τους απέδωσαν τις κατηγορίες της εσχάτης προδοσίας και της στάσεως εναντίον των αρχών του κράτους.
Προς τούτο “προσλαβόμενοι των αγοραίων άνδρας τινάς πονηρούς και οχλοποιήσαντες εθορύβουν την πόλιν” (Πρ. 17, 5) προκάλεσαν οχλοκρατικές εκδηλώσεις και ταραχές με αποτέλεσμα να αναστατώσουν την πόλη. Αναζήτησαν τον Παύλο και τους συνεργάτες του για να τους οδηγήσουν ενώπιον των αρχών της πόλεως.
Όμως οι αδελφοί χριστιανοί άγρυπνοι και ανήσυχοι παρακολουθούσαν τις κινήσεις των αντιτιθεμένων Ιουδαίων και των αρχών και έλαβαν έγκαιρα τα μέτρα τους για τη διάσωση των Αποστόλων.
Γι’ αυτό και οι διώκτες τους αφού δε βρήκαν τον Παύλο και τους συνοδούς του κατευθύνθηκαν στη συνέχεια στο σπίτι του Ιάσωνα, για τον οποίο είχαν πληροφορηθεί ότι τους είχε προσφέρει φιλοξενία και εργασία (ως σκηνοποιό). Είναι γνωστό ότι ο Παύλος μετά την εκδίωξή του από τη Συναγωγή κατέφυγε στο σπίτι του Ιάσωνα, το οποίο μετέβαλε σε τόπο συγκεντρώσεως των πρώτων χριστιανών της Θεσσαλονίκης.
Οι διώκτες έσυραν τον Ιάσωνα μαζί με μερικούς χριστιανούς που βρήκαν εκεί στους πολιτάρχες, άρχοντες της πόλεως, κατηγορώντας τον ότι φιλοξενούσε ανθρώπους που με το κήρυγμά τους αναστάτωσαν την πόλη και παρέβησαν τους νόμους του Καίσαρα, ισχυριζόμενοι ότι βασιλέας είναι κάποιος άλλος, ο Ιησούς (Πρ. 17, 5-8).
Η κατηγορία την οποία του απέδιδαν ήταν πολύ βαριά, γι’ αυτό και ανησύχησε τον πολύ κόσμο και τους πολιτάρχες. Ο Ιάσωνας όμως κατάφερε να αποφύγει τις συνέπειες που θα είχαν οι βαρειές γι’ αυτόν κατηγορίες αφού κατέβαλε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό “και λαβόντες το ικανόν παρά Ιάσωνος και των λοιπών απέλυσαν αυτούς” (Πρ. 17, 9) και αφέθηκε ελεύθερος.
Αλλά επειδή η κατάσταση εξακολουθούσε να είναι σοβαρή και πολύ κρίσιμη για τον Παύλο και τους συνοδούς του γι’ αυτό “οι αδελφοί ευθέως δια νυκτός εξέπεμψαν τε Παύλο και Σίλαν εις Βέροιαν” (Πρ. 17, 10) συνοδευομένους από μια ομάδα χριστιανών Θεσσαλονικέων για την ασφαλέστερη πορεία τους μέχρι τη Βέροια και την εγκατάστασή τους σε γνωστό και ασφαλές περιβάλλον.
Επιμέλεια: Στ.Κ.
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.