Blog

Προϋποθέσεις για την κατανόηση της ιεραποστολικής δράσης των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου

Κύριλλος και Μεθόδιος, Οι Ιεραπόστολοι των Σλάβων 

Ομιλία του Βασίλειου Λαούρδα που πραγματοποιήθηκε το  1957

Συνέχεια από εδώ: https://agiatheodora.gr/vasileios-laourdas-i-stratiotiki-ekstrateia-tou-m-alexandrou-stin-anatoli-kai-i-semni-kai-aperitti-apostoli-ton-agion-kyrillou-kai-methodiou-pros-tous-slavous/

Για την κατανόησι της δράσεως των δύο ιεραποστόλων θα χρειασθή να ξεκινήσουμε από αρκετά μακρυά, από τα χρόνια ήδη της εικονομαχίας, που υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους παράγοντες για την διαμόρφωσι του ευρωπαϊκού γενικά πολιτισμού. 

Έως σήμερα ακόμη δεν έχει γίνει εντελώς σαφής η προέλευσις του κινήματος εναντίον των εικόνων. Υπάρχουν ιστορικοί που ανάγουν την εικονομαχία σε επιδράσεις εβραϊκές ή αραβικές. 

Άλλοι την θεωρούνε ως αντίδρασι εναντίον της μεγάλης δυνάμεως που είχε η εκκλησία, με το πατριαρχείο και τα μοναστικά Ιδρύματα, στη ζωή της αυτοκρατορίας. 

Υπάρχουν και άλλοι που την ανάγουν σε παράγοντες κοινωνικούς και οικονομικούς. 

Το πιθανώτερο όμως είναι ότι οι ρίζες της θα πρέπη να αναζητηθούν στην ίδια την χριστιανική δογματική διδασκαλία, στις πεποιθήσεις κυρίως που είχαν διαμορφωθή γύρω από διδασκαλία του Ωριγένους, που παρά την καταδίκη της δεν έπαψε ποτέ να επανεμφανίζεται στη βυζαντινή θεολογία. 

Το βασικό πρόβλημα στην έριδα για της εικόνες ήταν, αν και πώς μπορούσε να παρασταθή εικονικά η διπλή φύσις του Θεού, η υπερβατική και η ανθρώπινη. Η εικονική παράστασις αποδίδει κατ’ ανάγκην μόνο την ανθρώπινη φύσι και όχι τη θεϊκή, που είναι «απερίγραφος». 

Αλλά η απάντησις στο επιχείρημα αυτό ήταν ότι η πολεμική κατά των εικόνων είναι τελικά πολεμική εναντίον του βασικού δόγματος της χριστιανικής διδασκαλίας, δηλ. της Ενσαρκώσεως του Λόγου. 

Το ζήτημα όμως τούτο δεν έχει τόση σημασία για μας*, όση έχουν τα αποτελέσματα της εικονομαχίας, το σπουδαιότερο από τα οποία ήταν η διάσπασις της ενιαίας έως τότε χριστιανικής οικουμένης σε δυο παράλληλους κόσμους, στην αυτοκρατορία των Φράγκων, που ίδρυσε το 800 ο Κάρολος ο μέγας, και στην αυτοκρατορία του Βυζαντίου. 

Έως την ώρα που ο πάπας της Ρώμης έστεψε ως αυτοκράτορα της Δύσεως τον Κάρολο, οι Χριστιανοί ήταν ενωμένοι σε ένα βασίλειο, με έναν βασιλέα ως πολιτικό αρχηγό και έναν αριχιερέα ως θρησκευτικό αρχηγό. 

Ο βυζαντινός βασιλεύς ήταν ο αντιπρόσωπος του Χριστού επί της γης, και ως Χριστομιμητής ήταν επί κεφαλής της χριστιανικής οικουμένης. Με την εικονομαχία, που καταδικάστηκε από την Ρωμαϊκή εκκλησία, ο βασιλεύς και ο πατριάρχης έγιναν αιρετικοί και η γνήσια χριστιανική διδασκαλία περιορίστηκε στη Δύσι, οι αυτοκράτορες της οποίας με τον Κάρολο και τους αμέσους διαδόχους του έγιναν τώρα αυτοί οι αντιπρόσωποι του Χριστού επί της γης. 

Δεν θα πρέπη όμως οι δυο διαφορετικοί δρόμοι που ακολούθησαν από τότε και πέρα οι αυτοκρατορίες της Δύσεως και του Βυζαντίου να αναχθούνε μόνο στη δογματική διαφορά για τη σημασία των εικόνων. 

Πέρα από το ειδικό αυτό ζήτημα και όσα άλλα εξ ίσου ειδικά είχαν χωρίσει και εχώριζαν τις δυο αυτοκρατορίες, ο βασικός συντελεστής της διαφοράς τους έμεινε η καταγωγή της μιας από τις λατινικές παραδόσεις και η καταγωγή της άλλης από τις ελληνικές και τις ανατολικές παραδόσεις. 

Με την έριδα για τις εικόνες η διαφορά αυτή έγινε από δω και πέρα οριστική και ενώ οι Φράγκοι γύριζαν όλο και περισσότερο στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία, το Βυζάντιο άρχισε πιά να γίνεται όλο και περισσότερο ελληνικό. 

Και όταν έληξε η εικονομαχία και άρχισαν να αναστηλώνωνται στους βυζαντινούς ναούς οι εικόνες, οι ελληνικές και ανατολικές παραδόσεις κυριάρχησαν στον χαρακτήρα και στην διαμόρφωσι του βυζαντινού πολιτισμού με την λαμπρή στροφή προς την κλασική παιδεία που εισήγαγε πρώτος ο Φώτιος. 

Έτσι από δω και πέρα, η αντιδικία μεταξύ των Φράγκων και των Βυζαντινών είναι αντιδικία μεταξύ των λατινικών και των ελληνικών παραδόσεων, μεταξύ δύο κόσμων, από τους οποίους ο ένας αναζητούσε τα πρότυπά του στην αυτοκρατορία του Αυγούστου και ο άλλος στις κλασικές ελληνικές και στις ελληνιστικές παραδόσεις.

Η αντιδικία αυτή αποκαλύφθηκε σε όλη της την έκτασι όταν από τα μέσα του ενάτου αιώνος ανέκυψε το ζήτημα του εκχριστιανισμού των Σλάβων, ιδίως εκείνων που είχαν εγκατασταθή στις σημερινές περιοχές της Μοραβίας και της Σλοβακίας και είχαν αρχίσει να οργανώνωνται σε κράτος ισχυρό. 

Το ζήτημα του εκχριστιανισμού τους παρουσιάστηκε και για τις δυο αυτοκρατορίες περισσότερο ως ανάγκη πολιτική, γιατί έτσι μόνο θα μπορούσαν και οι Φράγκοι και οι Βυζαντινοί να τους φέρουν μέσα στην περιοχή της δικής τους ο καθένας διπλωματικής και πολιτικής επιρροής.

* Αυτό προφανώς για την Εκκλησία και την Θεολογία έχει τεράστια σημασία. Σχόλιο του επιμελητή της παρούσας ανάρτησης.

Συνεχίζεται

Η πραγματεία του Βασίλειου Λαούρδα, «Κύριλλος και Μεθόδιος, Οι Ιεραπόστολοι των Σλάβων» εκδόθηκε από την Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Ίδρυμα Χερσονήσου του Αίμου, Θεσσαλονίκη 1966.

Επιμέλεια Στ.Κ.

No Comments

Sorry, the comment form is closed at this time.