Blog

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος: Γιατί έχει αποκρυβεί το πότε θα γίνει  η συντέλεια του κόσμου

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος.

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος

Υπόμνημα εις την προς Θεσσαλονικείς Επιστολή του Αποστόλου Παύλου

Ομιλία Θ’

(Α΄ Θεσ. 5,1-11)

«Για τους χρόνους όμως και τους καιρούς, αδελφοί, δεν έχετε ανάγκη να σας γράφομε. Γιατί σεις γνωρίζετε με ακρίβεια, ότι η ημέρα του Κυρίου, όπως ο κλέπτης μέσα στη νύκτα, έτσι έρχεται».

1.Τίποτε δεν είναι, όπως φαίνεται, τόσο περίεργο και άπληστο για τη μάθησι εκείνων που δεν φαίνονται και είναι καλυμμένα, όσο η φύσις των ανθρώπων. Και αυτό συνήθως συμβαίνει σε αυτήν, όταν έχη ατελή και όχι ακόμη τελειοποιημένη τη διάνοια. Και πράγματι από τα παιδιά τα πιο αφελή δεν σταματούν να καταπονούν και μητέρες και παιδαγωγούς και πατέρες με τις συχνές ερωτήσεις τους, στις οποίες δεν υπάρχει τίποτε άλλο, παρά μόνο, πότε συνέβηκε αυτό και πότε το άλλο.

Συμβαίνει δε αυτό και από το ότι προσποιούνται ότι δεν γνωρίζουν και από το ότι δεν έχουν τίποτε άλλο να κάνουν. 

Πολλά λοιπόν επείγεται να γνωρίζει τώρα και να κατανοήση η διάνοιά μας, και πιο πολύ τον καιρό για τη συντέλεια του κόσμου. Και τι το παράδοξο, εάν εμείς το παθαίνομε αυτό; καθόσον και αυτοί οι άγιοι απόστολοι έχουν πάθει αυτό πιο πολύ από όλους. Πριν από το πάθος αφού επλησίασαν οι απόστολοι λένε στον Χριστό: «Ειπέ μας, πότε θα γίνουν αυτά και ποιο είναι το σημάδι της παρουσίας σου και της συντέλειας του κόσμου». 

Ύστερα όμως από το πάθος και την εκ νεκρών ανάστασί του έλεγαν προς αυτόν: «Ειπέ μας, εάν κατά τις ημέρες αυτές πρόκειται να αποκαταστήσης τη βασιλεία στο Ισραήλ». Τίποτε όμως πριν από αυτό δεν ηρώτησαν αυτόν. Αλλά δεν συμπεριφέρονται έτσι αργότερα, όταν εθεωρήθηκαν άξιοι και έλαβαν το άγιο Πνεύμα. 

Όχι μόνο δεν ερωτούν αυτοί, ούτε στενοχωρούνται για την άγνοια, αλλά και εκείνους που υποφέρουν από την ενοχλητική αυτήν περιέργεια τους ανακουφίζουν. Άκουσε λοιπόν τί ο μακάριος Παύλος λέγει τώρα: «Για τους χρόνους όμως και τους καιρούς, αδελφοί, δεν έχετε ανάγκη να σας γράψωμε». 

Γιατί δεν είπε, ότι κανείς δεν γνωρίζει, γιατί δεν είπε, ότι δεν έχει αποκαλυφθή, αλλά «δεν έχετε ανάγκη να σας γράψωμε»; Διότι με εκείνο τον τρόπο θα τους εστενοχωρούσε περισσότερο, λέγοντας όμως έτσι τους επαρηγόρησε.

Διότι το «δεν έχετε ανάγκη», δεν άφησε να ερευνούμε αυτό και σαν περιττό και σαν ασύμφορο. Γιατί ποιο είναι, ειπέ μου, το κέρδος; Ας υποθέσομε ότι η συντέλεια γίνεται ύστερα από είκοσι χρόνια, ύστερα από τριάντα, ύστερα από εκατό· τι σχέσι έχει αυτό για μας; δεν είναι η συντέλεια του καθενός το τέλος της ζωής του; γιατί ασχολείσαι και αγωνιάς για το κοινό τέλος όλων; 

Αλλά εκείνο που παθαίνομε σχετικά με τα άλλα, αυτό παθαίνομε και στο ζήτημα αυτό. Γιατί όπως ακριβώς στα άλλα, αφού εγκαταλείψομε τα δικά μας πράγματα, φροντίζομε τα κοινά λέγοντας ο τάδε είναι πόρνος, ο τάδε μοιχός, εκείνος έκλεψε, άλλος έκαμε αδικία, κανένας όμως δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τα δικά του, αλλά φροντίζει περισσότερο για όλα, παρά για τα δικά του, έτσι και εδώ, αφού παραμελήσαμε να φροντίζομε ο καθένας για το δικό μας τέλος, θέλομε να μάθωμε την κοινή κατάλυσι όλων.

Τι κοινό λοιπόν έχεις με εκείνη; Εάν κάνης καλή χρήσι αυτού του τέρματος της ζωής σου, δεν θα πάθης κανένα κακό από εκείνο. Ας υποθέσομε ότι είναι μακριά, ας υποθέσομε ότι πλησιάζει, καμία σχέσι δεν έχει αυτό με μας. Γι’ αυτό δεν το είπε ο Χριστός, επειδή δεν μας συνέφερε. 

Πώς, λέγει, δεν μας συνέφερε; Αυτός ο οποίος και απέκρυψε αυτό, αυτός γνωρίζει, γιατί δεν μας συνέφερε. Γιατί άκουε αυτόν που λέγει στους αποστόλους «Δεν είναι δικό σας έργο να γνωρίσετε τους χρόνους ή τους καιρούς, τους οποίους ο Πατέρας εκράτησε στην αποκλειστική του εξουσία». Γιατί είσθε περίεργοι, λέγει. 

Οι απόστολοι που ήσαν πλησίον του Πέτρου του κορυφαίου ήκουσαν αυτά, επειδή εζητούσαν να μάθουν ανώτερα από τον εαυτό τους. Ναι, λέγει, αλλά ήταν δυνατό να κλείνομε έτσι τα στόματα των Ελλήνων. Με ποιον τρόπο, ειπέ μου; Επειδή εκείνοι, λέγει, θεωρούν ότι ο κόσμος αυτός είναι Θεός, εάν εγνωρίζαμε τον καιρό της συντέλειάς του, θα εκλείναμε τα στόματά τους. Αυτό λοιπόν είναι που αποστομώνει εκείνους, το να μάθουν πότε εξαφανίζεται, ή το να μάθουν ότι εξαφανίζεται; 

Αυτό να λέγετε προς αυτούς, ότι ο κόσμος θα έχη τέλος. Εάν με αυτό δεν πείθωνται, ούτε με εκείνο θα πεισθούν. Άκουσε τον Παύλο που λέγει «Γιατί σεις γνωρίζετε με ακρίβεια, ότι η ημέρα του Κυρίου, όπως ο κλέπτης μέσα στη νύκτα, έτσι έρχεται», όχι μόνο η κοινή για όλους, αλλά και η προσωπική του καθενός, γιατί αυτή μιμείται εκείνην, αυτή είναι και συγγενής. Γιατί αυτό που εκείνη κάνει γενικά σ’ όλους, αυτή το κάνει ξεχωριστά για τον καθένα.

Και ο καιρός της συντέλειας άρχισε από τον Αδάμ, όπως δε και το τέλος του καθενός είναι καιρός της συντέλειας, αφού και τώρα δεν θα αμαρτήση κανείς εάν ονομάση αυτό συντέλεια. Όταν λοιπόν καθημερινά πεθαίνουν πάρα πολλοί και όλοι περιμένουν την ημέρα εκείνη και πριν από εκείνη δεν ανασταίνεται κανένας, δεν είναι το έργο εκείνης; 

Εάν όμως θέλετε να μάθετε γιατί έχει αποκρυβή αυτή και γιατί έρχεται σαν κλέπτης μέσα στη νύκτα, εγώ θα σας ειπώ ότι κατά τη γνώμη μου καλώς έχει λεχθή αυτό. Κανείς δεν θα εφρόντιζε ποτέ για την αρετή σε όλη του τη ζωή, αλλά γνωρίζοντας την τελευταία του ημέρα και αφού θα έπραττε άπειρα κακά, και αφού θα εβαπτίζετο τότε, έτσι θα πέθαινε. 

Εάν λοιπόν τώρα, που ο φόβος της αβεβαιότητας κατατρομάζει τις ψυχές όλων, αφού όλοι μέσα στην κακία εσπατάλησαν όλη τους την προηγουμένη ζωή, βαπτίζωνται στις τελευταίες τους στιγμές, εάν ήταν πάρα πολύ πεπεισμένοι γι’ αυτό, ποιός θα εφρόντιζε ποτέ για την αρετή; Εάν πολλοί επέθαναν χωρίς βάπτισμα και ούτε αυτός ο φόβος τους εδίδαξε όταν εζούσαν να φροντίζουν εκείνα που αρέσουν στον Θεό, εάν και αυτός ο φόβος εξαφανιζόταν, ποιός θα εγίνετο ποτέ σώφρων; και ποιός αγαθός; Δεν υπάρχει κανείς.

Επίσης θα ειπώ και κάτι άλλο. Πολλούς κυριεύει τώρα ο φόβος του θανάτου και ο πόθος της ζωής. Εάν όμως ο καθένας εγνώριζε, ότι αύριο θα πεθάνη οπωσδήποτε, τίποτε δεν θα εσταματούσε να πράξη πριν από την ημέρα εκείνη, αλλά και θα έσφαζε αυτούς που θα ήθελε και θα εκαρπούνταν τα δικά τους πολεμώντας τους εχθρούς, και θα έκαμε άπειρα κακά. 

Γιατί ο άνθρωπος ο μιαρός, που είναι απελπισμένος στη ζωή αυτή, δεν λογαριάζει ούτε αυτόν που φορεί την πορφύρα. Εκείνος λοιπόν που έχει πεισθή ότι οπωσδήποτε πρέπει να πεθάνη, και θα πολεμήση τον εχθρό του και αφού πρώτα θα χάριζε απόλαυση στην ψυχή του, έτσι θα εδέχετο το θάνατο. 

Να ειπώ και κάποιο άλλο τρίτο; Όσοι αγαπούν τη ζωή και επιθυμούν υπερβολικά τα πράγματα του κόσμου αυτού, θα είχαν καταστραφή τελείως από την απελπισία και τη λύπη. Γιατί εάν κάποιος νέος εγνώριζε καλά ότι θα πεθάνη πριν από τα γηρατειά του, σαν ακριβώς τα νωθρότατα θηρία, που όταν συλληφθούν, γίνονται τέτοια, επειδή περιμένουν το θάνατό τους, έτσι θα εσυμπεριφερόταν. 

Ακόμη ούτε αυτοί οι γενναίοι άνδρες δεν θα είχαν μισθό. Γιατί, εάν εγνώριζαν ότι πρέπει οπωσδήποτε ύστερα από τρία χρόνια να πεθάνουν, και ότι πριν από αυτά δεν είναι δυνατό, ποιό μισθό θα είχαν ριψοκινδυνεύοντας τα δεινά; 

Γιατί θα μπορούσε κάποιος να ειπή προς αυτούς, ότι επειδή έχετε θάρρος για τα τρία χρόνια, γι’ αυτό κινδυνεύετε, γνωρίζοντας ότι δεν είναι δυνατό να πεθάνετε. 

Εκείνος λοιπόν που περιμένει από κάθε κίνδυνο ότι θα πεθάνη και γνωρίζει ότι θα ζήση όταν δεν ριψοκινδυνεύση, εάν πεθάνη επιχειρώντας παρόμοια έργα, έδωσε τη πιο μεγάλη απόδειξι της προθυμίας του και της περιφρονήσεώς του γι’ αυτή τη ζωή. Θα σας το κάνω όμως αυτό φανερό με ένα παράδειγμα.

Ειπέ μου, εάν ο πατριάρχης Αβραάμ έφερνε τον υιό του γνωρίζοντας από πριν ότι δεν θα τον θυσιάση, άραγε θα είχε κάποιο μισθό; Τι λοιπόν, εάν ο Παύλος, γνωρίζοντας από πριν ότι δεν θα πεθάνη, επεριφρονούσε τους κινδύνους, πώς θα ήταν θαυμαστός; Γιατί έτσι και εκείνος που είναι νωθρότατος θα ανέβαινε στη φωτιά, εάν είχε κάποιον αξιόπιστο εγγυητή για την ασφάλειά του. 

Οι τρεις παίδες όμως δεν ήταν τέτοιοι, αλλ’ άκουε αυτούς που λένε: «Βασιλεύ, υπάρχει Θεός στον ουρανό, ο οποίος θα μας ελευθερώση από τα χέρια σου και από το καμίνι αυτό, αλλά και εάν δεν κάμη αυτό, ας γνωρίζης ότι δεν λατρεύομε τους θεούς σου και δεν προσκυνούμε τη χρυσή εικόνα, την οποία έστησες». 

Βλέπετε πόσα κέρδη υπάρχουν, και περισσότερα από αυτά, από το να μη γνωρίζη κανείς το θάνατό του; Στην αρχή λοιπόν ήταν αρκετό το να μάθουμε αυτά. Γι’ αυτό όπως ο κλέπτης μέσα στη νύκτα, έτσι έρχεται, για να μη ωθούμε τους εαυτούς μας στην κακία, ούτε στην αδιαφορία, για να μη μας αφαιρέση το μισθό μας.

Απόσπασμα από τον τόμο, «Ι. Χρυσοστόμου έργα, 22, των Πατερικών Εκδόσεων «Γρηγόριος ο Παλαμάς». Εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση, σχόλια Σπυρίδων Μουστάκας (θεολόγος, φιλόλογος).

Επιμέλεια: Στ.Κ.

No Comments

Sorry, the comment form is closed at this time.