
Άγιοι Κύριλλος και Μεθοδιος, Η είσοδος των σλαβικών λαών στην Ορθοδοξία ήταν ένα από τα μεγαλύτερα γεγονότα της παγκοσμίου ιστορίας

Οι Άγιοι Κύριλλος και Μεθόδιος οι φωτιστές των Σλάβων.
Κύριλλος και Μεθόδιος, Οι Ιεραπόστολοι των Σλάβων
Ομιλία του Βασίλειου Λαούρδα που πραγματοποιήθηκε το 1957*
Συνέχεια από εδώ: https://agiatheodora.gr/agioi-kyrillos-kai-methodios-politiki-kai-pnevmatiki-katastasi-sto-vyzantio-stis-arches-tou-defterou-imisy-tou-enatou-aionos/
Η παρέκβασις αυτή έγινε για να περιγραφούν σε γενικώτατες γραμμές οι κατευθύνσεις που έπαιρνε η αυτοκρατορία την εποχή του Κυρίλλου και του Μεθοδίου.
Από όσα ήδη ελέχθησαν, είναι φανερό ότι βρισκόμαστε σε μια από τις μεγαλύτερες περιόδους του Βυζαντίου, ορθότερα μάλιστα στην μεγαλύτερη, γιατί είναι το μεταίχμιο εκείνο, όπου το Βυζάντιο δεν είναι πια ρωμαϊκό, με την έννοια της εμμονής στις ρωμαϊκές παραδόσεις που επικρατούσαν έως την εποχή του Ιουστινιανού, και δεν είναι ακόμη ελληνικό, με την έννοια του ταυτισμού της βυζαντινής πολιτικής με το έθνος των Ελλήνων.
Ο βυζαντινός βασιλεύς πολιτεύεται ως αρχηγός της χριστιανικής οικουμένης, αδιάφορο αν οι χριστιανοί της Δύσεως έχουν πια αποσχισθή και έχουν ιδρύσει δική τους αυτοκρατορία.
Σ’ αυτή την εποχή της μεγάλης ακμής του Βυζαντίου, ήλθε το καλοκαίρι του 862 στην Κωνσταντινούπολι μια πρεσβεία από πολύ μακριά, από έναν λαό που δεν είχε επικοινωνήσει ποτέ άλλοτε με τους Βυζαντινούς.
Ο λαός αυτός ήταν οι Σλάβοι της Δύσεως, οι Μοραβοί, που κατοικούσαν στην περιοχή από τη Βοημία εως τα Καρπάθια και τον Δούναβι. Προς βορράν συνόρευαν με τις γερμανικές φυλές, και προς ανατολάς με τους Βουλγάρους.
Ο παλαιός χρονογράφος μιλάει για την πρεσβείαν αυτή με τα ακόλουθα λόγια:
«Ο Ραστισλάβος, ο ηγεμών των Μοραβών, αφού εκάλεσε τους συμβούλους του για να ακούση τη γνώμη τους και τη γνώμη του λαού του, έστειλε πρεσβεία στον βασιλέα Μιχαήλ και του είπε: Ο λαός μας έχει απαρνηθή την πολυθεία και τηρεί τον χριστιανικό νόμο. Αλλά δεν έχουμε διδάσκαλο που να μπορή να μας διδάξη την αληθινή πίστη στη γλώσσα μας, ώστε και άλλοι να γίνουν όμοιοι με μ’ εμάς. Στείλε μας λοιπόν, Κύριε, έναν τέτοιον επίσκοπο και έναν τέτοιο διδάσκαλο. Γιατί εσείς έχετε τον Νόμον τον καλό».
Με τις απλές αυτές εκφράσεις του παλαιοσλαβονικού χρονικού υποδηλώνεται ένα από τα μεγαλύτερα γεγονότα της παγκοσμίου ιστορίας, η είσοδος των σλαβικών λαών στην Ορθοδοξία.
Ύστερα από την παρέκβασι που κάναμε για την ακμή του Βυζαντίου στα χρόνια του Μιχαήλ και του Φωτίου, δεν χρειάζεται να ερμηνευθή ποιος είναι ο λόγος που έκανε τον Ραστισλάβο να ζητήση ιεραποστόλους από την Κωνσταντινούπολι.
Αρκεί μόνο να προσέξουμε δυο από τις φράσεις του αποσπάσματος που είδαμε: «Ο λαός μας έχει απαρνηθή την πολυθεία και τηρεί τον χριστιανικό νόμο· αλλά δεν έχουμε διδάσκαλο που να μπορή να μας διδάξη την αληθινή πίστι στη γλώσσα μας».
Οι Μοραβοί – ή τουλάχιστον οι ηγέται των Μοραβών – είχαν ήδη γίνει χριστιανοί, αλλά δεν είχαν κανέναν να τους εξηγήση το Ευαγγέλιο στη γλώσσα τους.
Η φράσις τούτη είναι σαφής αναφορά στους λατίνους ιεραποστόλους που είχαν ήδη πάει πριν από τους Βυζαντινούς στη Μοραβία και είχαν προσηλυτίσει τους Μοραβούς
Οι λατίνοι όμως, συνεπείς προς τις ρωμαϊκές παραδόσεις τους, εδίδασκαν και υπέβαλλαν παντού την λατινική. Ήταν όμως και κάτι άλλο ακόμη. Ο χρονογράφος λέει, όπως είδαμε: «Στείλε μας λοιπόν, Κύριε, έναν επίσκοπο κι ένα τέτοιο διδάσκαλο. Γιατί εσείς έχετε τον Νόμο τον καλό».
Η φράσις τούτη είναι και πάλι σαφής αναφορά στους λατίνους ιεραποστόλους που δρούσαν στην Μοραβία, όχι μόνον ως ιεραπόστολοι, αλλά και ως απεσταλμένοι της Φραγκικής Αυτοκρατορίας.
Επί πλέον της πνευματικής προστασίας του Βυζαντίου, ο Ραστισλάβος επεδίωκε και την πολιτική προστασία του εναντίον των Φράγκων από την Δύσι και των Βουλγάρων από την Ανατολή, που είχαν περικλείσει την χώρα του και απειλούσαν την ανεξαρτησία της.
Έτσι η αίτησίς του, να έλθουν στη Μοραβία ιεραπόστολοι από την Κωνσταντινούπολι, ήταν μαζί και αίτησις πολιτικής και διπλωματικής συνεργασίας με τους Βυζαντινούς, εναντίον των Γερμανών και των συμμάχων τους Βουλγάρων, και εναντίον της πολιτικής δραστηριότητος της λατινικής εκκλησίας που υπεστήριζε τους Γερμανούς εναντίον των Σλάβων.
Στη συνέχεια της αφηγήσεώς του, ο χρονογράφος λέει: «Ο βασιλεύς, αφού συνεκάλεσε το συμβούλιο του, προσκάλεσε τον Κωνσταντίνο τον φιλόσοφο [τον Άγιο Κύριλλο] και του είπε τα ακόλουθα λόγια: Γνωρίζω, φιλόσοφε, ότι είσαι κουρασμένος. Αλλά πρέπει να μας βοηθήσης, γιατί κανένας άλλος εκτός από σένα δεν μπορεί να αναλάβη αυτήν την αποστολή.
Ο φιλόσοφος του απαντά:
– Παρά την κούρασι, θα πάω με χαρά, αλλά με τον όρο να έχουν μια γραφή προσαρμοσμένη στη γλώσσα τους.
Αλλά ο βασιλεύς του απαντά:
– Πάτερ μου, όπως και πολλοί άλλοι, την ζήτησαν και δεν την βρήκανε…
Ο φιλόσοφος τότε του λέει:
– Δεν θα είναι λοιπόν σα να θέλη κανείς να γράψη επάνω στο νερό και να πάρη την ονομασία του αιρετικού;
Ο βασιλεύς και ο θείος του ο Βάρδας του απάντησαν και πάλιν:
– Αν το θέλης, ο Θεός θα σε βοηθήση γιατί δίδει σ’ εκείνους που ζητούν με εμπιστοσύνη και ανοίγει τη θύρα σ’ εκείνους που χτυπούν.
Ο φιλόσοφος έφυγε και ακολουθώντας την παλαιά του συνήθεια προσευχήθηκε με τους άλλους αδελφούς του. Και ο Θεός άκουσε τις προσευχές των δούλων του. Τους ενέπνευσε και έτσι συνέθεσε το αλφάβητο. Και άρχισε να γράφη το Ευαγγέλιο: Εν αρχή ην ο λόγος».
Το απόσπασμα αυτό είναι από τον παλαιοσλαβονικό βίο του Κωνσταντίνου, που μετονομάσθηκε αργότερα Κύριλλος.
Η πραγματεία του Βασίλειου Λαούρδα, «Κύριλλος και Μεθόδιος, Οι Ιεραπόστολοι των Σλάβων»κ εκδόθηκε από την Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Ίδρυμα Χερσονήσου του Αίμου, Θεσσαλονίκη 1966.
Επιμέλεια Στ.Κ.
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.