
100 χρόνια από την κοίμηση του Αγίου Γρηγορίου (Καλλίδη): Ιεράρχης του Γένους, ένα φωτεινό παράδειγμα!

Άγιος Γρηγόριος Καλλίδης (1844-1925), Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης.
Στις 23 Ιουλίου, συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από την κοίμηση του Αγίου Γρηγορίου Καλλίδη (1844-1925) ο οποίος διακόνησε την Εκκλησία και το Γένος με ιδιαίτερη αγάπη και ζήλο.
Η κοίμησή του συνέβη στις 23 Ιουλίου του 1925, αλλά η μνήμη του τιμάται στις 25 Ιουλίου. Αυτό οφείλεται σε λάθος όσον αφορά την πληροφόρηση για το μακάριο τέλος του σεπτού ιεράρχη.
Ο Άγιος γεννήθηκε στο Κούμβαο της Ηρακλείας στην Ανατολική Θράκη και κοιμήθηκε στην Θεσσαλονίκη, ως σχολάζων ιεράρχης, μετά από έναν πλούσιο και μεστό βίο προσφοράς στην Εκκλησία, το Γένος και τους συνανθρώπους του.
Η προσφορά του Αγίου που αγιοκατάχθηκε τον Μάιο του 2003 δεν έμεινε μόνο μέσα στα όρια της Εκκλησίας και του Γένους. Ο Ανατολικοθρακιώτης ιεράρχης του έζησε τα τελευταία ταραγμένα χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και της ανόδου στην εξουσία των νεοτούρκων, άσκησε ένα πολυποίκιλο έργο στις περιοχές που διακόνησε, σφραγίζοντας ανεξίτηλα με το πέρασμά του τις μητροπολιτικές αυτές περιφέρειες.
Ιδιαίτερες υπηρεσίες προσέφερε και στο ίδιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Το γεωγραφικό εύρος από τον Πόντο μέχρι την Ήπειρο, όπου έλαβε μητροπολιτικούς θρόνους μοιάζει να αποδεικνύει και το αντίστοιχο εύρος των ιδιαίτερων προσωπικών του ικανοτήτων.
Το πέρασμά του, πάντως, από τις μητροπόλεις Ηρακλείας (ως βοηθός επίσκοπος), Τραπεζούντας (1879-1884), Θεσσαλονίκης (1885-1889), Ιωαννίνων (1889-1902) και Ηρακλείας (1902-1922) ήταν ιδιαίτερα «παραγωγικό» και «αποδοτικό» σε όλους τους τομείς τους οποίους, τότε, η Εκκλησία ήταν υποχρεωμένη να προσφέρει, λόγω του εθναρχικού της ρόλου.
Και ένα από τα σημαντικότερα, μετά την εκκλησιαστική προσφορά και διακονία, ήταν η προστασία των Ορθοδόξων και του Γένους, πέραν από την οποιαδήποτε άλλη εθνική ταυτότητα και αν είχαν οι πιστοί.
Ο Άγιος, πάντως, δεν έμεινε αδιάφορος και αδρανής όταν το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το ποίμνιο του άρχισαν να υφίστανται τις προκλήσεις των Βουλγάρων και της Βουλγαρικής Εξαρχίας, καθώς και τις αιματηρές και φονικές επιθέσεις που την συνόδεψαν.
Ο Άγιος Ιεράρχης, όμως, ήταν πάντα πρόσφορος και για ποικίλες συνεργασίες με όλες τις εθνότητες (όπως Οθωμανούς-Τούρκους, Αρμένιους, Ιουδαίους…), που ζούσαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία για την υποστήριξη και διάσωση των ανθρώπων τους όταν κινδύνευαν σε δύσκολες περιστάσεις.
Για τον λόγο αυτό ο Άγιος Γρηγόριος τιμήθηκε με επίσημες και κορυφαίες διακρίσεις από διάφορες κυβερνήσεις -ανάμεσα σ’ αυτές και από την οθωμανική.
Παρ’ όλα αυτά, ο ίδιος, δεν απέφυγε την κατασυκοφάντηση και τον κατατρεγμό, όπως είναι η «μοίρα» όλων των ανθρώπων καλής θέλησης και μάλιστα από ανθρώπους που ανήκαν στο ποίμνιό του.
Αυτό μοιάζει με έναν ιδιαίτερο τρόπο δοκιμασίας και εξαγιασμού των ανθρώπων αυτών, όταν, βέβαια, οι ίδιοι μπορούν να σηκώσουν τον μαρτυρικό αυτόν σταυρό τον οποίο τους «φορτώνουν» οι συνάνθρωποί τους. Και μάλιστα ορισμένες φορές για προσωπικούς, ευτελείς σκοπούς με τους οποίους επιδιώκουν να τους εξοντώσουν.
Αυτό μας θυμίζει, βεβαίως, και τον επίσης Ανατολικοθρακιώτη Άγιο Νεκτάριο Επίσκοπο Πενταπόλεως τον θαυματουργό (1846-1920) με τις ποικίλες συκοφαντίες και δοκιμασίες που πέρασε μέχρι το τέλος της ζωής του.
Συκοφαντημένος και κατατρεγμένος έφυγε από την Θεσσαλονίκη ο Άγιος Γρηγόριος Καλλίδης, για να αναλάβει στην συνέχεια την Μητρόπολη Ιωαννίνων -να προσφέρει ενδιάμεσα και στο Οικουμενικό Πατριαρχείο- και να βρίσκεται στην Ήπειρο και κατά την διάρκεια του Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897. Μια παρουσία που δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητη από κανέναν, αφού ο ίδιος για μια ακόμη φορά έπρεπε να επέμβει με την συνεργασία και την συνδρομή και άλλων παραγόντων για την διάσωση του τόπου και των ανθρώπων του.
Το 1902 βρέθηκε ξανά στα χώματα του τόπου του ως μητροπολίτης Ηρακλείας. Έτσι βρέθηκε και ανάμεσα σε ποικίλες ιστορικές αντάρες και κοσμοϊστορικές αναταράξεις στην περιοχή.
Ο σεπτός ποιμενάρχης προσέφερε και εδώ ποικίλο έργο ως ευεργέτης και ανακαινιστής του τόπου του. Κάτι που έμοιαζε και ως μια ιδιαίτερη προετοιμασία για μία αξιοπρεπή μεγάλη έξοδος από τα Ρωμαίηκα εδάφη. Άλλωστε κάτι τέτοιο δεν έκαναν και οι μικρασιάτες πριν φύγουν από τα σπίτιά τους; Τα καθάριζαν και τα περιποιούνταν για τους νέους του κατοίκους. Και ας τα λεηλατούσαν και τα ρήμαζαν μετά και καίγοντάς τα…
Ο Άγιος Γρηγόριος, είχε προλάβει να υποδεχτεί ως απελευθερωτή των εδαφών της εν αιχμαλωσία Θράκης τον ελληνικό στρατό στις 7 Ιουλίου του 1920 η οποία ήταν μια τελευταία ελληνική αναλαμπή. Στην συνέχεια, βεβαίως, όλα κατέρρευσαν, λόγω του εθνικού διχασμού και των άστοχων χειρισμού του εθνικού θέματος της Μικρασιατικής «εκστρατείας» η οποία κατέληξε σε εθνική τραγωδία.
Ο εβδομηνταεξάχρονος ιεράρχης συνόδευσε το ποίμνιο του στην έξοδο του από τις πατρογονικές εστίες για να σωθεί από τις θηριωδίες του τουρκικού στρατού και του λοιπού όχλου.
Ο ίδιος ήλθε στην Θεσσαλονίκη.
Η εκκλησία της Παναγίας Αχειροποιήτου η οποία δεν είχε ακόμη καθαγιαστεί μετά την απελευθέρωση της πόλης -αφού ήταν για αρκετούς αιώνες τζαμί- άνοιξε τις θύρες της για να φιλοξενήσει τους ξεριζωμένους Ανατολικοθρακιώτες.
Και ως ένας έκτακτος καθαγιασμός του χριστιανικού αυτού λατρευτικού χώρου απετέλεσε η εγκατάσταση εκεί και της ξεριζωμένης, επίσης, θαυματουργού εικόνας της Παναγίας της Ρευματοκρατόρισσας ή Ρευματοκράτειρας. Έτσι οι πολλαπλώς πληγωμένοι αυτοί άνθρωποι είχαν μαζί τους την μεγάλη τοπική Αρχόντισσα και Κυρία για προστασία και παραμυθία.
Ο σεπτός ιεράρχης παρέμεινε στην Θεσσαλονίκη μέχρι την κοίμησή του στις 23 Ιουλίου του 1925. Τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς η Μητρόπολη Θεσσαλονίκης τον τίμησε πανηγυρικά παρουσία του Οικουμενικού πατριάρχη.
Ίσως να ήταν και μια επίσημη συγγνώμη μετά την έμμεση εκδίωξή του από την Θεσσαλονίκη. Πάντως ο ίδιος δικαιόθηκε, αφού και οι κατήγοροί του με τις σαθρές κατηγορίες τους δεν εμφανίστηκαν να τις υποστηρίξουν κατά την εκδίκαση της υπόθεσής αυτής.
Αντιθέτως, υποστήριξαν τον μητροπολίτη Γρηγόριο άνθρωποι οι οποίοι ήταν στο αντίπαλο στρατόπεδο. Ο ίδιος, πάντως, δεν θέλησε να ξαναγυρίσει στην έδρα του και παρέμεινε στην Κωνσταντινούπολη και το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Όπως και να έχει για τους ανθρώπους καλής θελήσεως που προαναφέραμε, όλα λειτουργούν τόσο για το δικό τους καλό όσο και για το ευρύτερο κοινό καλό. Η υπομονή, η συγχωρητικότητα και η αγάπη είναι ο δρόμος…
Μετά την πάνδημη κηδεία του μακαριστού ιεράρχη στην Θεσσαλονίκη ξεκουράστηκε στα χώματά της, στα κοιμητήρια Ευαγγελιστρίας, μέχρι τις 20 Οκτωβρίου του 1979 που έγινε η ανακομιδή των ιερών του λειψάνων.
Η ευωδία τους και τα θαύματα που ακολούθησαν, δημιούργησαν την βαθιά πεποίθηση της αγιότητάς του στους κόλπους των πιστών της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης, κάτι το οποίο έγινε αποδεκτό τόσο από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος όσο και από την αντίστοιχη Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού πατριαρχείου το οποίο αναγνώρισε και ανακήρυξε την αγιότητά του.
Η Θεσσαλονίκη, η μεγαλόπολη των Αγίων, φιλοξενεί στον ιερό ναό του πολιούχου της Αγίου Δημητρίου και τα ιερά του λείψανα στα οποία οι πιστοί προσφεύγουν πολύ συχνά για να του εμπιστευτούν τα προβλήματά τους και να του ζητήσουν λύσεις και παρηγοριά.
Όσο για το μνήμα του, που πρόσφατα εξωραίστηκε, βρίσκεται δίπλα στον ιερό ναό της Παναγίας Ευαγγελιστρίας στα ομώνυμα κοιμητήρια, πίσω από το ιερό.
Να έχουμε την ευχή του.
Τέτοιες μορφές με μεγάλη προσφορά στην Εκκλησία και το Γένος γλυκαίνουν και την ίδια την ζωή μας και χρόνια πολλά μετά την κοίμησή τους.
Η θλίψη και οι δοκιμασίες οι οποίες τους αργάζουν την ψυχή, γίνεται ενίοτε αφορμή προσωπικής εσωτερικής καλλιέργειας, δηλαδή αγιότητας, λόγω της βαθύτερης ψυχικής τους γενναιότητας.
Και αυτήν την αγιότητα που αποκτά η ψυχή τους, ακόμη και τα άγια λείψανά τους, και πάλιν μοιράζονται γενναιόδωρα με όλους μας.
Κείμενο: Στ.Κ.
Πληροφορίες από το βιβλίο: Αντώνιος Ιωαν. Πατρικίου, ο «Άγιος Γρηγόριος (Καλλίδης) μητροπολίτης Ηρακλείας και Ραιδεστού, Βίος – Ακολουθία – Παρακλητικός κανόνας» εκδόσεις Τέρτιος.
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.