
Το μαρτύριο του Οσιομάρτυρα Ρωμανού

Νεομάρτυρας, Άγιος Ρωμανός ο Καρπενησιώτης. Τοιχογραφία στο κυριακό της Σκήτης Καυσοκαλυβίων, β´ μισό 18ου αι. (Από το μπλογκ: Άγιοι του Άθω).
Ο Άγιος Μαρτύρησε στις 16 Φεβρουαρίου του 1694.
Ο Νεομάρτυρας Ρωμανός αποπειράθηκε να μαρτυρήσει, αρχικά, στην Θεσσαλονίκη, αλλά οι Τούρκοι τον καταδίκασαν να υπηρετεί ως κωπηλάτης σε τουρκική φρεγάδα, κρίνοντας, έτσι πώς θα τους είναι χρήσιμος και θα ταλαιπωρείται περισσότερο, αντί να τον θανατώσουν.
Λίγο καιρό μετά, όμως, κάποιοι Έλληνες τον εξαγόρασαν από την φρεγάδα και τον φυγάδευσαν στο Άγιον Όρος.
Ο απλός στις γνώσεις, αλλά αγαθός και απαλός στη ψυχή και θερμότατος στην πίστη Ρωμανός, ο οποίος καταγόταν από το Καρπενήσι, πήγε στον Άθωνα και από το σημείο αυτό ας συνεχίσουμε τα μαρτυρικά του παλαίσματα μέσα από το «Νέον Μαρτυρολογίον».
Συνέχεια από εδώ:
Πηγαίνοντας δε εκεί [στο Άγιον Όρος] έμεινεν ομού με τον όσιον Ακάκιον οπού ησύχαζεν εις το Καυσοκαλύβι, και ηγωνίζετο μετ’ αυτού υπέρ άνθρωπον, πλην ο λογισμός του δεν είχεν ειρήνην, και ήτον ως ξένος εις την παρούσαν ζωήν, και ούτε περί φαγητού τον έμελλεν [τον ένοιαζε], ούτε περί πιοτού, αλλά μόνον το Μαρτύριον εφαντάζετο.
Λοιπόν κοινή γνώμη νηστεύσαντες και οι δύω ο Γέροντας, και ο Ρωμανός ημέρας ικανάς [αρκετές], και παρακαλέσαντες θερμώς των Θεόν, διά την έκβασιν [να μάθουν για την εξέλιξη, το αποτέλεσμα] του Μαρτυρίου, είδε δι᾽ αποκαλύψεως ο όσιος Ακάκιος, ότι είναι θέλημα Θεού, και ότι θέλει τελειώσει καλώς το υπέρ Χριστού Μαρτύριον ο Ρωμανός.
Λοιπόν ενδυθείς το Αγγελικόν σχήμα των Μοναχών κατά την ημέραν της Πεντηκοστής, και στηριχθείς με τας ευχάς του οσίου, και των εκεί πατέρων, απήλθε πάλιν εις τα Ιεροσόλημα, θέλοντας τάχα να υπάγη με μοναχικήν στολήν εις τον Αγιον Τάφον, διά να τύχη του ποθουμένου.
Αλλά και πάλιν ακούσας, ότι είτε καλόγηρος, είτε κοσμικός παρρησιασθή εκεί, μεγάλην ζημίαν λαμβάνει από τους αγαρηνούς ο Άγιος Τάφος, εστράφη και επήγεν εις την Κωνσταντινούπολιν, και παρρησιάζεται με τρόπον τοιούτον:
Πιάσας ένα μικρόν σκυλάκι, το έδεσε με το ζωνάρι του και το έσερνε μέσα εις το παζάρι· οι δε Τούρκοι βλέποντες αυτόν, τον ηρώτησαν διά ποίαν αφορμην σύρνει έτζη το σκυλάκι· και ο Μάρτυς τους είπε, διά να το τρέφω, καθώς οι Χριστιανοί τρέφουν εσάς τους Αγαρηνούς.
Ταύτα ακούσαντες εκείνοι, και θυμωθέντες πολλά ώρμησαν κατεπάνω του ως θηρία ανήμερα, και δέρνοντες, και σπρώχνοντες, τον έφεραν εις τον βεζύρην· ο οποίος ερωτώντας αυτόν, και ακούοντας τα αυτά λόγια από το στόμα του, τον επαράδωκαν εις τους βασανιστάς να τον βασανίζουν, έως ου να τον καταπείσουν να αρνηθή την πίστιν του.
Εκείνοι δε πέρνοντες αυτόν, τον έρριψαν εις ένα ξεροπήγαδον, εκεί οπού βάνουν τους φονείς, και έκαμεν ο ευλογημένος εκεί μέσα νηστικός τεσσαράκοντα ημέρας, έπειτα τον εύγαλαν και τον ετιμώρησαν ανηλεώς με διάφορα βασανιστήρια, και μη δυνηθέντες να τον καταπείσουν, το ανέφεραν εις τον Βεζύρην, όστις επρόσταξε να τον θανατώσουν διά ξίφους.
Εκεί δε οπού τον επήγαιναν εις τον τόπον της τελειώσεως, όπου έβλεπε Χριστιανόν εχαιρέτα, και έτρεχε μετά χαράς, ωσάν να επήγαινεν εις γάμους, και όχι εις σφαγήν.
Βλέπωντας δε ένας άρχοντας την τόσην χαράν του Μάρτυρος ηπόρησε, και μαθών ότι τρέχει διά τον Χριστόν εις την σφαγήν, έδραμε και αυτός κατόπιν του, να ιδή το τέλος· περνώντας δε από ένα τζαμί έτυχε να φωνάζη ο χόντζας την ώραν του μεσημερίου κατά την συνήθειάν τους, και κοιτάζοντάς τον ο Μάρτυς τον έπτυσε, και παρευθύς οι δήμιοι του έκοψαν την γλώσσαν, την οποίαν μόνος του εύγαλε προθύμως ο Άγιος διά να του την κόψουν.
Και πάλιν ομοίως με σχήμα χαρούμενον εχαιρέτα τους Χριστιανούς, και τα αίματα έτρεχον από το στόμα του φθάσαντες δε εις τον τόπον της καταδίκης, ευχαριστώντας τον Θεόν νοερώς, και φθάσαντες δε εις τον τόπον της καταδίκης, ευχαριστώντας τον Θεόν νοερώς, και με σχήμα, και ούτως έλαβε τον Στέφανον του Μαρτυρίου.
Και η μεν Μακαρία του ψυχή ανέβη με δόξαν πολλήν εις τον ουρανόν, διά να χαίρεται εις τον χορόν των Μαρτύρων· το δε Άγιόν του λείψανον, αφού έκοψαν την κεφαλήν του, έπεσε κατ’ ανατολάς, ωσάν να ήτον ζωντανόν· διά το οποίον φθονήσαντες οι αγαρηνοί, δέρνοντες εδίωκον τους Χριστιανούς οπού έδραμον εκεί πλήθος άπειρον.
Ετίμησε δε και τούτο το Άγιον λείψανον η θεία χάρις άνωθεν με φως ουράνιον το οποίον εφώτιζεν αυτό τρεις ολοκλήρους νύκτας, εκεί οπού το εφύλαττον, και το έβλεπαν όλοι, και εθαύμαζαν· και οι μεν Χριστιανοί εχαίροντο, δοξάζοντες τον Θεόν, οι δε αγαρηνοί κατισχύνοντο…
Απόσπασμα από το «Νέον Μαρτυρολόγιον».
Επιμέλεια: Στ.Κ.
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.