
Ο Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας γνώριζε ότι η αλήθεια όταν αναδειχθεί φτάνει από μόνη της να κρίνει τα λάθη και να ελευθερώσει από αυτά!

Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας.
Παναγιώτης Νέλλας
Εισαγωγικά στη μελέτη του Αγίου Νικολάου Καβάσιλα
Συνέχεια από εδώ: https://agiatheodora.gr/i-epimoni-tou-kavasila-sti-theologia-ton-mystirion-den-einai-ascheti-me-tis-kainourgies-idees-pou-polloi-filoi-tou-efernan-apo-ti-dysi/
Αυτά νομίζουμε είναι αρκετά για το σκοπό για τον οποίο γράφονται εδώ7. Σκοπός της εισαγωγής δεν είναι πράγματι να παρουσιάση αναλυτικά τη διδασκαλία του Καβάσιλα και να στερήση έτσι τον αναγνώστη από τη χαρά να την ανακαλύψη ο ίδιος, αλλά δίνοντας τα πραγματικά πλαίσιά της να βοηθήση όλους μας να εγκαταλείψουμε, πλησιάζοντας το ιερό κείμενο, όσο μεταγενέστερα γνωρίζουμε και να αφεθούμε στον άγιο συγγραφέα να μας μυήση στον αειθαλή λειμώνα των αληθειών της πίστης μας.
Έτσι φθάνουμε στο τελευταίο από τα μεγάλα προβλήματα που, όπως αναφέραμε στην αρχή, συνιστούσαν την κρίση του ΙΔ’ αιώνα, τη σχέση της Ορθόδοξης Εκκλησίας προς τη Ρωμαιοκαθολική. Και το πρόβλημα αυτό είναι πολυδιάστατο, η δε επισήμανση των ποικίλων πτυχών του θα βοηθήση στην κατανόηση της σημασίας του έργου του Καβάσιλα, φανερώνοντας ωρισμένες ακόμη προκλήσεις στις οποίες αυτό απήντησε.
Μιλήσαμε μόλις για τα μυστήρια και πιο νωρίς για τη στάση του Καβάσιλα κατά τις ησυχαστικές έριδες και για την ερμηνεία της θεώσεως ως χριστοποιήσεως που δεν είναι άσχετη, όπως υπαινιχθήκαμε, προς τις προκλήσεις αυτές, χωρίς βέβαια με κανένα τρόπο και να εξαρτάται από αυτές. Μια άλλη πτυχή του προβλήματος συνιστά το θέμα της δικαιώσεως.
Είναι γνωστό ότι τον ΙΔ’ αιώνα ο Ανσέλμος Καντερβουρίας ερμήνευσε, παίρνοντας ένα μόνο στοιχείο από την παράδοση, τη σωτηρία ως απολύτρωση κι αυτή, μονοδιάστατα πάλι, ως προσφορά ικανοποιήσεως στο Θεό. Με την προσφορά αυτή η δικαιοσύνη του Θεού ικανοποιήθηκε και ο άνθρωπος απαλλάχθηκε από την ενοχή και δικαιώθηκε.
Επειδή όμως κανείς άνθρωπος δε μπορούσε να προσφέρη αυτή την ικανοποίηση, έγινε ο Θεός άνθρωπος και τιμωρήθηκε, η δε άπειρης αξιομισθίας θυσία του ικανοποίησε την πληγωμένη από την αμαρτία άπειρη θεία δικαιοσύνη. Αυτός είναι ο πυρήνας της περίφημης δικανικής θεωρίας της ικανοποιήσεως, την οποία ο Ανσέλμος διατύπωσε στο έργο του «Cur Deus Homo», χρησιμοποιώντας με έξοχο τρόπο τη διαλεκτική μέθοδο.
Η ρωμαλέα λογική του έργου, όπως και άλλων που γράφτηκαν στο μεταξύ στη Δύση, γοήτευσε το ΙΔ’ αιώνα πολλούς και στην Ανατολή.
Ο Καβάσιλας, χωρίς να αναφέρεται άμεσα στη νέα αυτή δυτική διδασκαλία, υψώνει ωστόσο απέναντί της την αντίστοιχη πατερική: Στη δικανική αντίληψη της δικαιοσύνης αντιπαραθέτει από τη μια τη δικαιοσύνη ως αρμονία -είναι το κοσμολογικό και ανθρωπολογικό περιεχόμενο του όρου-, και από την άλλη τη φιλανθρωπία του Θεού ως περιεχόμενο της δικαιοσύνης του το θεολογικό περιεχόμενο8.
Στην αντίληψη της σωτηρία ως απαλλαγής από την ενοχή -αυτό είναι το δυτικό περιεχόμενο του όρου δικαίωση- αντιπαραθέτει τη σωτηρία πρώτα ως παλινόρθωση της δικαιοσύνης του ανθρώπου -αλλάζει έτσι ριζικά το δυτικό περιεχόμενο μετατοπίζοντας τη σωτηρία από το «δικανικό» στο «φυσικό» πεδίο- και στη συνέχεια την ολοκλήρωση της δικαιοσύνης εν Χριστώ -και με τον τρόπο αυτό εξυψώνει τον όρο δικαίωση και τον κάνει ταυτόσημο με τους όρους καινή κτίση, ομοίωση, υιοθεσία, θέωση κλπ., πράγμα που ίσχυε πάντα στη βιβλικοπατερική παράδοση, ήδη από τον Απόστολο Παύλο.
Αξίζει να προσέξη ο αναγνώστης τον τρόπο με τον οποίο ο Καβάσιλας κάνει αυτές τις μετατοπίσεις -κι άλλες ακόμη που αν θέλαμε να τις παρουσιάσουμε θα δίναμε στην εισαγωγή χαρακτήρα πολύ ειδικό9, χωρίς πολεμική, χωρίς καταφρόνηση, παίρνοντας μάλιστα τα μερικά θετικά στοιχεία που είχε η διδασκαλία των δυτικών και εντάσσοντάς τα στη μεγάλη του σύνθεση.
Γνώριζε ότι η αλήθεια όταν αναδειχθή φτάνει από μόνη της να κρίνη τα λάθη και να ελευθερώση από αυτά.
Ακόμη, στην παρπάνω δυτική αντίληψη, που έχοντας τις ρίζες της στον Αυγουστίνο απολυτοποιήθηκε από τον Ανσέλμο και που υποτάσσει τη σάρκωση στην πτώση, αντιπαραθέτει τη διδασκαλία ότι ο Λόγος ενανθρώπησε και για να σώση βέβαια τον άνθρωπο από τα δεινά που δημιούργησε η πτώση, αλλά πρωταρχικά επειδή αυτή ήταν η προαιώνια βουλή του Θεού, επειδή έτσι μόνο ο Αδάμ θα μπορούσε να πραγματοποιήση τον προορισμό του, να ολοκληρωθή υποστασιαζόμενος στο Λόγο.
Την αλήθεια αυτή, που αποτελούσε το βαθύ υπόστρωμα κάθε θεολογικής διατυπώσεως στους πατερικούς χρόνους, τώρα που είναι ανάγκη ο Καβάσιλας την κηρύσσει επί των δωμάτων.
Η σημασία της είναι κολοσσιαία, γιατί ενοποιεί την αρχή και το τέλος του κόσμου και συνιστά τον άξονα πάνω στον οποίο, και μόνο, τοποθετημένες οι ποικίλες πραγματικότητες της χριστιανικής πίστεως και ζωής μπορούν να κατανοηθούν σε αρμονία μεταξύ τους και με πληρότητα.
Αλλά το θέμα της δικαιώσεως εμπεριέχει μια ακόμη νευραλγική διάσταση: τον τρόπο με τον οποίο ο πιστός οικειώνεται τη σωτηρία. Εξετάζοντας το ζήτημα αυτό ο Καβάσιλας διαπραγματεύεται διεξοδικά την αρχή της συνεργίας. Θα στηριζόταν βέβαια σ’ αυτή έτσι κι αλλοιώς, αφού θέμα του ήταν η πνευματική ζωή.
Ίσως όμως η ιδιαίτερη επιμονή του να μην είναι άσχετη με τους μεγάλους κινδύνους που έβλεπε να κλείνη μέσα της η μονομερής διδασκαλία των ρωμαιοκαθολικών για τις αξιομισθίες και τα καλά έργα, κινδύνους που ξέσπασαν αργότερα στη Δύση με την πόλωση ανάμεσα στα έργα και την πίστη, τη φύση και τη χάρη κλπ.
Αλλά, όπως το κάνει σε ο,τιδήποτε εξετάζει, διευρύνει αποφασιστικά τα πλαίσια και της συνεργίας. Έτσι δεν απαντά απλώς μ’ αυτή στο συγκεκριμένο παραπάνω πρόβλημα, αλλά ταυτόχρονα αποκαλύπτει και την αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο, που δεν είναι απλός οίκτος αλλά εκτίμηση και πραγματικός σεβασμός της ελευθερίας του, αντιμετωπίζοντας έτσι με την ίδια κίνηση και την πρόκληση του ανθρωπισμού· είδαμε πράγματι ότι θεωρεί τη συνεργία ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ίδια τη σάρκωση του Κυρίου.
Τονίζει επί πλέον, στον τομέα της μυστηριακής ζωής αυτό, ότι τα μυστήρια ούτε μπορούν να τελεσθούν ούτε ενεργούν χωρίς την ενεργητική συμμετοχή του ανθρώπου. Δεν μεταλαμβάνει του Χριστού, διαβάζουμε στην «Εν Χριστώ ζωή», καθένας που παίρνει τη Θεία Κοινωνία από τα χέρια του ιερέα, αλλά μόνο εκείνοι στους οποίους την παρέχει ο ίδιος ο Χριστός.
Η φράση αυτή, η διδασκαλία γενικώτερα, που τόσο ορθόδοξα εκφράζει τις πιο γνήσιες αναζητήσεις των διαμαρτυρομένων, θα μπορούσε αν είχε διαδοθεί το ΙΣΤ’ αιώνα να γλυτώση ίσως το χριστιανικό κόσμο από ένα δεύτερο μεγάλο σχίσμα.
Εξ άλλου κατά το μεσαίωνα δεν υπήρχαν στη Δύση μόνο οι σχολαστικοί. Αν αυτοί επικράτησαν τελικά, πολλοί και αξιόλογοι ήταν εκείνοι που προσπάθησαν να βάλουν φραγμό και να αναχαιτίσουν το ρεύμα.
Το έργο του Καβάσιλα, αν είχε γίνει γνωστό, θα μπορούσε πιθανώς να βοηθήση και την ίδια τη ρωμαιοκαθολική θεολογία. Γιατί ακριβώς ο νηφάλιος βυζαντινός διδάσκαλος της πνευματικής ζωής, που σπάνια καταδίκαζε ο,τιδήποτε αλλά μόνιμα συμπλήρωνε και διόρθωνε, που στην εποχή του προσπάθησε συνειδητά και επίμονα να μεταθέση, όπως είδαμε, την προβληματική από τα σημεία των μεγάλων διαφωνιών σ᾽ εκείνα των θεμελιωδών συμφωνιών, δεν υπήρξε ομολογιακός συγγραφέας.
Έζησε και έγραψε ως ειρηνοποιός, γι’ αυτό και η θεολογία του, γνήσια βιβλική, έχει χαρακτήρα βαθύτατα οικουμενικό. Δεν είναι τυχαίο ότι η «΄Εν Χριστώ ζωή» έχει μεταφρασθεί στη λατινική (1604), ρωσική (1874) και στις μέρες μας στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, Ιταλική, αραβική, σε όλες δηλαδή τις χριστιανικές γλώσσες.
Πράγμα που δείχνει ότι η διδασκαλία του βυζαντινού μυστικού αποτελεί για το ευρύ χριστιανικό πλήρωμα αυτό για το οποίο γράφτηκε, κοινό πνευματικό και θεολογικό τόπο.
7. Πιο πολλά βλ. στο βιβλίο «Ζώον θεούμενον» [του Παναγιώτη Νέλλα]. Στην παράγραφο αυτή μεταφέραμε, συμπυκνώνοντας τις σελίδες 160-167.
8. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι η πρόκληση των δυτικών ήταν αφορμή μόνο για τη διατύπωση αυτής της διδασκαλίας η, ακριβέστερα, μια από τις αφορμές, γιατί από πάνω είδαμε και άλλη. Η καβασιλική σκέψη είναι βαθειά και πλούσια, κινείται ταυτόχρονα σε πολλά επίπεδα και απαντά σε πολλές ανάγκες.
9. Ο ενδιαφερόμενος ειδικώτερα αναγνώστης μπορεί να δη, Π. Νέλλα. Η περί δικαιώσεως διδασκαλία Νικολάου του Καβάσιλα (διδακτορική διατριβή), Πειραιεύς 1975.
Ο Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας τιμάται στις 20 Ιουνίου.
Απόσπασμα από τα «Πρακτικά Θεολογικού συνεδρίου εις τιμήν και μνήμην του σοφωτάτου και λογιωτάτου και τοις όλοις αγιωτάτου Οσίου πατρός ημών Νικολάου Καβάσιλα του και Χαμαετού». Το συνέδριο πραγματοποιήθηκε προνοία του παναγιωτάτου μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος β’, (17-20 Ιουνίου 1982). Έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης 1984.
Επιμέλεια: Στ.Κ.
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.