Blog

Ο Άγιος Ευστάθιος Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης ως Ιεράρχης και οι ποικίλες συγκρούσεις του

Άγιος Ευστάθιος Θεσσαλονίκης. Τοιχογραφία Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου.

Ευστάθιος Θεσσαλονίκης: Ο Ιεράρχης και Άγιος

Ο Ευστάθιος ως Ιεράρχης

Του Μ. Πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Βακάρου, δρος Θεολογίας

Συνέχεια από εδώ: https://agiatheodora.gr/agios-efstathios-thessalonikis-o-ierarchis-kai-agios/?preview_id=10524&preview_nonce=70e5305435&post_format=standard&_thumbnail_id=10526&preview=true

Ένας, λοιπόν, άνδρας τέτοιας παιδείας και μορφώσεως δεν ήταν δυνατόν να μείνει αχρησιμοποίητος από την Εκκλησία και την Πολιτεία.

Ο αυτοκράτωρ Μανουήλ Α’ ο Κομνηνός (1143-1180) τον εκτιμούσε ιδιαίτερα και η Εκκλησία τον θαύμαζε για την μόρφωση και το ήθος του.

Έτσι, όταν εχήρευσε ο επισκοπικός θρόνος των Μύρων της Λυκίας, προτάθηκε και ψηφίστηκε μητροπολίτης της επαρχίας αυτής το 1174.

Όπως φαίνεται από τις πολλές επιστολές του Ευσταθίου προς τον αυτοκράτορα Μανουήλ, η εκτίμηση του Βυζαντινού ηγεμόνος για τον Ευστάθιο ήταν τόση, ώστε, ενώ είχε ψηφισθεί μητροπολίτης Μύρων της Λυκίας, μόλις εχήρευσε ο αρχιεπισκοπικός θρόνος της Θεσσαλονίκης, με αυτοκρατορικό διάταγμα καλείται η σύνοδος του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως να τον καταστήσει αρχιεπίσκοπον της έδρας της Θεσσαλονίκης. 

Το έτος 1175 αναλαμβάνει το μεγάλο και υψηλό υπούργημα της διαποιμάνσεως της μεγάλης και αξιολογώτατης από εκκλησιαστικής απόψεως επαρχίας της Θεσσαλονίκης, την οποίαν τίμησε και εκλέισε υπέρ την εικοσαετία με τη θαυμαστή και πολύπλευρη δράση του.

Ο Ευστάθιος ως μητροπολίτης Θεσσαλονίκης υπήρξε ο καλός ποιμήν, ο οποίος θεωρούσε καθήκον του να φροντίζει την Χριστιανική διαγωγή του ποιμνίου του, του οποίου οι συνήθειες, καθώς τουλάχιστον λέει ο ίδιος, δεν φαίνεται να ήσαν πολύ καλές. Αυτές οι κακές συνήθειες, οι οποίες προκάλεσαν την θεία οργή και την δυσμένεια του Θεού κατά την άλωση της πόλεως της Θεσσαλονίκης απαριθμούνται από τον ίδιο στο τέλος της διηγήσεώς του «Περί της αλώσεως της Θεσσαλονίκης».

[Οι συγκρούσεις του με όσους ασχημονούσαν]

Ο Ευστάθιος δεν περιοριζόταν μόνο στην απαρίθμηση και αποδοκιμασία τέτοιων ελαττωμάτων. Παρακολουθώντας προσεκτικά την διαγωγή του ποιμνίου του επέπληττε ανώνυμα και γενικά. Προέβαινε δε σε πολλές ενέργειες για να συνετίσει όσους παρεξέκλιναν του ορθού δρόμου, πρόσωπα που είχαν παραδοθεί στην πορνεία, αυτούς που έκαναν καταχρήσεις, τους ιερόσυλους, οι οποίοι ιδιοποιούντο εκκλησιαστικά αγαθά και χρήματα, αυτούς που περιφρονούσαν την αγιότητα των ναών, αυτούς που καταφέρονταν με μίσος κατά των πτωχών, τους «ορογλυφούντας», δηλαδή τους κλέπτες της γης οι οποίοι μετατοπίζοντες τα όρια των ιδιοκτησιών ιδιοποιούντο ξένα αγαθά, είτε ιδιωτικά, είτε εκκλησιαστικά, τους υποκριτές, τους κόλακες, αυτούς που έτρεφαν αισθήματα μίσους, τους δίγλωσσους, τους διαβολείς, τους συκοφάντες και πολλούς άλλους.

[Η σύγκρουσή του με τους μοναχούς της μητρόπολής του]

Ιδιαίτερα ήλεγχε τους μοναχούς της δικαιοδοσίας του, οι οποίοι στην εποχή του ήσαν πολυάριθμοι, για τη ζωή τους, η οποία ήταν κάθε άλλο παρά μοναχική, και προσπάθησε να τους επαναφέρει στην ορθή και σύμφωνα με τους ασκητικούς κανόνες μοναχική ζωή. Η εκτεταμένη πραγματεία του με τίτλο «επίσκεψις βίου μοναχικού επί διορθώσει των περί αυτόν» διακρίνεται για τον δυναμισμό αλλά και για την ειλικρίνεια. 

Απεικονίζει με ζωηρά χρώματα τη ζωή των μοναχών, οι οποίοι προηγουμένως ήσαν λαϊκοί, αισχροί και πεινασμένοι, και σε μερικές περιπτώσεις κακοποιοί, τώρα όμως εμφανιζόταν επιμελώς καθαροί και ντυμένοι με λαμπρά ενδύματα και εξογκωμένη γαστέρα. Εκείνοι οι οποίοι πρώτα περπατούσαν ξυπόλητοι, τώρα δεν καταδέχονται να πατούν στο χώμα βαδίζοντας αλλά επωχούνται διαρκώς επί ημιόνων ή και ίππων, καθιστάμενοι αληθείς Κένταυροι. 

Επιπλήττει επίσης την αμάθειά τους εξ αιτίας της οποίας πολύτιμα βιβλία, όχι μόνον εθνικά αλλά και εκκλησιαστικά τα πετούσαν και τα κατέστρεφαν ή τα πωλούσαν αντί ελαχίστης τιμής Επίσης τους επιπλήττει για την διαρκή ενασχόλησή τους με θέματα χρηματικού κέρδους, με χυδαιότητες, σαρκολατρείες και κοσμικότητες. 

Εξ ίσου σκληρά ελέγχει την υποκρισία τους και άλλα παρόμοια ελαττώματα στην πραγματεία του «περί υποκρίσεως ποιητικής», όπου με πολύ θάρρος ωμότητα και σκωπτικό τόνο, μερικές δε φορές και με αστεϊσμούς περιγράφει τα τεχνάσματα των ψευδοασκητών της εποχής του, οι οποίοι τραυμάτιζαν τα σώματά τους και έλεγαν ότι οι δαίμονες τους προκάλεσαν τις πληγές κατά την ώρα της προσευχής. 

Ομιλεί για μοναχούς γεμάτους ψείρες, για στυλίτες που οπλοφορούν. Με παρόμοια γλώσσα ομιλεί και στον λόγο του «προς στυλίτην τινά» πλησίον της Θεσσαλονίκης. Η κριτική του αυτή αφορά τους μοναχούς της Θεσσαλονίκης και όχι τους μοναχούς της Κωνσταντινουπόλεως τους οποίους επαινεί και παρουσιάζει ως υποδείγματα.

[Η κριτική του προς τους κυβερνήτες για τον πλουτισμό τους σε βάρος των ασθενεστέρων]

Αυστηρή είναι και η κριτική του για τους επιβάλλοντας φόρους και γενικά για τους κυβερνήτες οι οποίοι επλούτιζαν άνομα και άδικα σε βάρος των ασθενεστέρων. Μιλώντας για τον διοικητή της Θεσσαλονίκης Δαυίδ, ομολογεί ότι προ της πολιορκίας (οπότε αποδείχθηκε ανίκανος) τον επαινούσε διότι εμπόδιζε τις καταχρήσεις. 

Με περισσότερη σαφήνεια περιγράφει ο Ακομινάτος στην «Μονωδία» του τις πράξεις του Ευσταθίου κατά των αδίκων φορολόγων και κυβερνώντων, παριστάνοντας την Θεσσαλονίκη πενθούσα για τον θάνατό του: «Πάντως – λέει η ορφανή πόλη – φορολόγοις εκκείσομαι, πάντως δασμολόγοις βρωθήσομαι ως ετοίμη και αγαθή θήρα και τοις ανθρωποφάγοις τούτοις θηρσίν έκδοτος. Ουκέτι γαρ επαγρυπνήσει μοι εκείνος ο μέγας εμός ποιμήν και μυρίοις διεγρηγορώς όμμασιν’ ου φυλάξει νυκτός και μεθ’ ημέραν επ’ εμέ φυλακάς… Άλλος γαρ ην ούτος την ποιμαντικήν Δαυίδ άρκτον τύπτων και πατάσσων λέοντα, εί ποτε λάβοι τι της κατ’ αυτόν αγέλης επιών, όπερ και εξέσπα του στόματος, ως όταν εκσπάση, φησίν, ο ποιμήν δύο σκέλη ή λωβόν ωτίου εκ στόματος λέοντος. Η γαρ αλαλήτως εβόα προς Κύριον ή βασιλεύσιν επέστελλε και πάραυτα το λυπούν ώσπερ νέφος παρίπτατο.

[Η  φροντίδα του στους αναξιοπαθούντες και για το ποίμνιό του που δεν το εγκατάλειψε]

Γενικά ο Ευστάθιος αισθανόταν ως αρχιερατικό του καθήκον να φροντίζει για όλους που πήγαιναν και ζητούσαν την βοήθειά του. Γιαυτό, όπως αναφέρει και ο ίδιος σε επιστολή του πρόν τον μητροπολίτη Σερρών, έρχονταν σ’ αυτόν από πολύ πρωί μέχρι αργά το βράδυ αυτοί που ζητούσαν την βοήθειά του, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μη μπορεί να διαβάζει βιβλία, αλλά ούτε να συζητήσει με φίλους τους. 

Η αφοσίωση του Ευσταθίου στα αρχιερατικά του καθήκοντα βρήκε την επισφράγιση στην υποδειγματική του συμπεριφορά κατά την φοβερή περίοδο της αλώσεως της πόλεως από τους Νορμανδούς. Αν και είχε προβλέψει την καταστροφή και συμβούλευε τους άλλους να φύγουν, ιδιαίτερα εκείνους που κατάγονταν από την Κωνσταντινούπολη, ο ίδιος παρέμεινε παρά τον κίνδυνο να θανατωθεί». 

Εξηγώντας ο ίδιος τους λόγους της παραμονής του αναφέρει με ταπείνωση διάφορες αιτίες, όπως π.χ. ότι δεν φρόντισε γι’ αυτό ο διοικητής Δαυΐδ, ότι εάν αυτός έφευγε θα τον ακολουθούσε και ο λαός, ότι έτσι θέλησε ο Θεός πρώτο για να τον τιμωρήσει, δεύτερο για να μη πέσει στα χέρια του αυτοκράτορος Ανδρονίκου και τρίτο για να βοηθήσει καλύτερα τους παραμείναντας αδελφούς.

Αυτή ήταν ασφαλώς η κύρια αιτία και πράγματι η παρουσία του βοήθησε πολύ «Ει δε τι και τρίτον ην Θεού ενταύθα σκέμμα, το ημάς παραμείναντας προς αγαθού τινος αποβήναι τοις περισεσωσμένοις αδελφοίς, εδιδάχθησαν οι πεπειραμένοι συν Θεώ».

Συνεχίζεται

Τιμάται στις 20 Σεπτεμβρίου

Από το βιβλίο της Ιεράς Μητρόπολης Θεσσαλονίκης, «Άγιος Ευστάθιος, Πρακτικά Θεολογικού συνεδρίου εις τιμήν και μνήμην του εν Αγίοις Πατρός ημών Ευσταθίου Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (7-9 Νοεμβρίου 1988), Θεσσαλονίκη.

Επιμέλεια: Στ.Κ.

No Comments

Sorry, the comment form is closed at this time.