
Αγία Θεοδώρα η εν Θεσσαλονίκη, Η θαυμαστή απεικόνιση της εικόνας της και ο τάφος της που έγιναν γαλήνιο λιμάνι!

Αγία Θεοδώρα η Μυροβλύτις η εν Θεσσαλονίκη.
[..]
Επειδή λοιπόν ο Κύριος ευδόκησε ώστε αυτή [η αγία Θεοδώρα] να υμνείται και να δοξάζεται από τα στόματα όλων των ανθρώπων γι’ αυτές τις θείες θαυματουργικές ενέργειες, ήταν πλέον πρέπον να αναστηλωθεί με ιεροπρέπεια εντός των ιερών περιβόλων και η εικόνα της, ώστε με την ανάλογη προσκύνησή της να προκαλεί το σεβασμό, να λατρεύεται και να πληρεί με θεία χάρη αυτούς που την προσκυνούν, αγιάζοντάς τους (δεν προθυμοποιήθηκε να πράξει τούτο κανείς έως τότε, ίσως διότι έτσι τα οικονόμησε ο Θεός, για να δοξάζεται και κατ’ αυτό περισσότερο η οσία και να μη νομίσουν μερικοί, που αγνοούσαν τα κατορθώματά της, ότι τούτο δεν ήταν αρεστό στο Θεό, εφανερώθηκε η παρακάτω οπτασία σε κάποιο ζωγράφο που ονομαζόταν Ιωάννης και δεν είχε δει καθόλου κατά σάρκα την οσία Θεοδώρα, ούτε είχε μπει ποτέ στην ιερά μονή όπου ασκούνταν.
Είδε τον εαυτό του ξαπλωμένο στο νάρθηκα του ναού του κοινοβίου της και στη μέση της δεξιάς στοάς της ιδίας εκκλησίας όπου στήθηκε και ναΰδριο της υπεραγίας Θεοτόκου, μέσα στο οποίο βρίσκεται τοποθετημένο το άγιο λείψανο της οσίας, είδε μία κανδήλα να κρέμεται και να αναβλύζει λάδι· κάτω δε απ’ αυτήν να βρίσκεται οστράκινο σκεύος που δεχόταν το λάδι που έρρεε από την κανδήλα.
Ενώ λοιπόν βάδιζε από το πρωί μετά το ξύπνημα στην πόλη [στη Θεσσαλονίκη] τον συναντά κάποιος φίλος και του λέει·
– Ας πάμε στο ναό του πρωτομάρτυρος, [στον ναό του Αγίου Στεφάνου, δηλαδή το καθολικό του ομωνύμου μοναστηριού, όπως λεγόταν αρχικά η μονή πριν λάβει το όνομα της Αγίας Θεοδώρας της Μυροβλύτιδος] με σκοπό να αναστηλώσει την εικόνα του.
Αφού έφθασαν στη μονή και ειδοποίησαν την ηγουμένη χτυπώντας τη θύρα, εισήλθαν στην εκκλησία.
Και μόλις προσπέρασαν το κατώφλι της, ο ζωγράφος αναγνώρισε το νάρθηκα, συγκέντρωσε στο νου του και αναπαρέστησε όλα τα γνωρίσματα που είδε στο όνειρο και είπε στο σύντροφό του·
– Πράγματι, αδελφέ, αυτή τη νύχτα, ήμουν ξαπλωμένος κατά τη διάρκεια του ύπνου μου σ’ αυτό το ναό.
Και διηγήθηκε όλα όσα παρουσιάστηκαν σ’ αυτόν· και τη μορφή της εκκλησίας και της κανδήλας και του οστρακίνου σκεύους με ακρίβεια, όπως τα είδε.
Μόλις τελείωσε η προσευχή τους και ο αποδέκτης του οράματος δεν έβλεπε απλώς στον ύπνο του αυτά που είχε δει, αλλά με τα ίδια του τα μάτια, ρωτούσε με ενδιαφέρον την αδελφή μοναχή που βρισκόταν τότε στο ναό για να πληροφορηθεί, για ποια αιτία βρίσκεται το σκεύος κάτω απ’ αυτή την κανδήλα διότι εκείνη την ώρα που εισήλθε στην εκκλησία έτυχε να μην αναβλύζει το λάδι, όπως είχε δει στο όνειρο.
Η μοναχή του διασαφήνισε τα πάντα κατά σειρά, αν και ο λόγος δεν έπειθε καθόλου αυτούς που δεν έβλεπαν με τα ίδια τα μάτια τους την κανδήλα να αναβλύζει.
[…] Αυτοί λοιπόν, αφού ενετύπωσαν μέσα στην καρδιά τους όλα όσα ελέχθηκαν για την οσία, πήγαν στα σπίτια τους.
Εκείνη τη νύχτα βλέπει πάλι ο ζωγράφος τον εαυτό του να ιχνογραφεί την εικόνα μιας μοναχής, όπου είναι τώρα η σεβάσμια μορφή της οσίας Θεοδώρας· και δε γνώριζε, όπως μου διηγήθηκε ενόρκως, επ’ ονόματι ποιας ήταν η εικόνα, αλλά νόμιζε ότι σκιαγραφεί την εικόνα αυτής για την οποία του μίλησε την προηγούμενη ημέρα η μοναχή.
Αφού είδε και πάλι το ίδιο απαράλλαχτο όνειρο και την επόμενη μέρα και του βεβαιώθηκε ότι το όραμα είναι από το Θεό και θείο, έφθασε στη μονή και αφού διηγήθηκε στην ηγουμένη το όραμα, ζωγράφησε την εικόνα της οσίας Θεοδώρας, χωρίς να μάθει από κανένα επακριβώς την ηλικία ή την όψη του σώματος ή τη μορφή του προσώπου της.
Και με την καθοδήγηση του Θεού, συνεπικουρούμενος από τις πρεσβείες της οσίας, την απεικόνισε με τέτοιο τρόπο, ώστε αυτοί που την γνώριζαν επακριβώς να λέγουν ότι είχε την μορφή, όταν ήταν νεώτερη στην ηλικία.
Μετά από ορισμένο χρόνο είδαν να αναδίδεται από την παλάμη του δεξιού χεριού αυτής της αγίας εικόνας μυρίπνοο έλαιο, το οποίο χύνεται σαν ποτάμι έως σήμερα, σε σημείο που έχει εξαλείψει τα χρώματα της εικόνας.
Αναγκάστηκαν λοιπόν να καρφώσουν στη βάση της εικόνας ένα μολύβδινο σκεύος, για να μη χύνεται στη γη και χάνεται το λάδι που αναβλύζει. Κι αυτού εδώ του θαύματος λοιπόν η φήμη διαδόθηκε στην πόλη και σ’ όλα τα περίχωρα, και όλοι κατέφευγαν στον τάφο της οσίας, σαν σε γαλήνιο λιμάνι, και φέρνοντας με πίστη τους ασθενείς σ’ αυτό το ιατρείο που δεν απαιτεί χρήματα, έφευγαν για το σπίτι τους γεμάτοι χαρά, διότι έπαιρναν υγιείς αυτούς που πριν λίγο ήταν άρρωστοι.
Από το βιβλίο, ο «Βίος της Οσιομυροβλύτιδος Θεοδώρας της εν Θεσσαλονίκη» του Κέντρου Αγιολογικών Μελετών της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, έκδοση της Ιεράς Μονής Αγίας Θεοδώρας. Την κριτική έκδοση επιμελήθηκε, σχολίασε και μετέφρασε ο καθηγητής Συμεών Πασχαλίδης».
Επιμέλεια Στ.Κ.
No Comments
Sorry, the comment form is closed at this time.